Προθεσμία ταμειακής βεβαίωσης (εν στενή εννοία βεβαίωσης) απαιτήσεων του
Ελληνικού Δημοσίου – Τριετής αποσβεστική προθεσμία για την ταμειακή βεβαίωση των
απαιτήσεων του Ελληνικού Δημοσίου.

Προθεσμία ταμειακής βεβαίωσης (εν στενή εννοία βεβαίωσης) απαιτήσεων του
Ελληνικού Δημοσίου – Τριετής αποσβεστική προθεσμία για την ταμειακή βεβαίωση των
απαιτήσεων του Ελληνικού Δημοσίου.

Με τη διάταξη του άρθρου 136 του ν. 4270/2014 περί Δημοσίου Λογιστικού ορίζεται ότι: «1. Χρηματική απαίτηση του Δημοσίου δεν παραγράφεται πριν να βεβαιωθεί πράγματι προς είσπραξη ως δημόσιο έσοδο στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή το αρμόδιο Τελωνείο (βεβαίωση με στενή έννοια), με την επιφύλαξη των διατάξεων περί επιβολής φόρων και λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α΄ 170). Η ρύθμιση αυτή παραμένει σε ισχύ και στην περίπτωση
που καθυστερεί η βεβαίωση με στενή έννοια». Εν συνεχεία με την ίδια διάταξη, αλλά στις επόμενες παραγράφους αυτής, προσδιορίζεται ο χρόνος της παραγραφής στην περίπτωση που έχει βεβαιωθεί ταμειακά η οφειλή.

Στην πραγματικότητα η άνω διάταξη αναφέρει ότι οι απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου από καταλογιστικές πράξεις και άλλες εν ευρεία εννοία βεβαιώσεις δεν παραγράφονται, εάν πρώτα δεν βεβαιωθούν αυτές ταμειακώς (εν στενή εννοία βεβαίωση). 

Κατ’ αυτόν τον τρόπο καθιερώνεται ως εναρκτήριο γεγονός της παραγραφής απαιτήσεων του Ελληνικού Δημοσίου κατά του διοικουμένου η ταμειακή βεβαίωση του χρέους. Όσο η ταμειακή βεβαίωση του χρέους δεν πραγματώνεται δεν παραγράφεται η οφειλή αλλά επικρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από το κεφάλι του οφειλέτη. Ακόμη και μετά από 20 χρόνια μπορεί δηλαδή το Ελληνικό Δημόσιο να βεβαιώσει ταμειακώς μία οφειλή και να επιδιώξει την είσπραξη με αναγκαστικά μέτρα είσπραξης.

Με τη διάταξη του άρ. 71 παρ. 1 του ν. 542/1977 όμως έχει θεσπισθεί τριετής αποσβεστική προθεσμία μέσα στην οποία το Ελληνικό Δημόσιο έχει την δυνατότητα όπως βεβαιώσει ταμειακώς απαιτήσεις του κατά των διοικουμένων. Ειδικά ορίζεται ότι «1. Η βεβαίωσις οιουδήποτε φόρου, τέλους, προστίμου, δικαιώματος ή εισφοράς υπέρ του Δημοσίου μετά των πάσης φύσεως προσθέτων και υπέρ τρίτων, ενεργείται εντός
προθεσμίας τριών μηνών από της λήξεως του μηνός εντός του οποίου εκτήθη ο τίτλος βεβαιώσεως. Η παράλειψις της βεβαιώσεως εντός της προθεσμίας ταύτης, συνιστώσα πειθαρχικόν αδίκημα, επισύρει, κατά των υπευθύνων, τας υπό του Ν. 1811/1951 περί Κώδικος Καταστάσεως των δημοσίων διοικητικών υπαλλήλων", ως ούτος τροποποιηθείς ισχύει,προβλεπομένας ποινάς. Ανεξαρτήτως των υπό του προηγουμένου εδαφίου οριζομένων, η βεβαίωσις δύναται να ενεργηθή και μετά την πάροδον της τριμήνου
προθεσμίας και ουχί πέραν των τριών ετών, από της λήξεως του έτους εντός του οποίου εκτήθη ο τίτλος βεβαιώσεως». Σύμφωνα δε με την νομολογία του ΣτΕ, το Ελληνικό Δημόσιο δεν δύναται να προβεί σε ταμειακή βεβαίωση απαιτήσεων μετά την πάροδο τριετίας από της λήξεως του έτους εντός του οποίου εκτήθησαν οι σχετικοί τίτλοι βεβαιώσεως (βλ. ΣτΕ 1408/2017, σε ΣτΕ 845/2015, 343/2014 κ.α. ΝΟΜΟΣ) και ως εκ τούτου η εν λόγω προθεσμία έχει αποσβεστικό χαρακτήρα.

Τούτων δοθέντων μετά την παρέλευση της άνω τριετίας η οποιαδήποτε ταμειακή βεβαίωση της οφειλής – με ό,τι αυτό συνεπάγεται από πλευράς αναγκαστικής εκτελέσεως – είναι παράνομη και ως εκ τούτου ακυρωτέα.

Επικοινωνήστε μαζί μας

x

    Φόρμα Ενδιαφέροντος

    Call Now Button